Ο βεζουβιανίτης ή βεζουβιανός ή ιδοκράσης (αγγλ. vesuvianite) είναι σωροπυριτικό ορυκτό. Οφείλει το όνομά του στην περιοχή του Βεζούβιου, όπου πρωτοβρέθηκε.
Σχηματίζεται σε ρωγμές κατά τη μεταμόρφωση επαφής ή τοπική μεταμόρφωση ασβεστολίθων. Ανευρίσκεται επίσης σε γρανατικούς γάββρους, σε βασικά και υπερβασικά πετρώματα και σε σερπεντίνες. Δεν είναι συνήθης σε αλκαλικά μαγματογενή πετρώματα.
Σχετίζεται με γροσσουλάριο, διοψίδιο, βολλαστονίτη, επίδοτο, σκαπόλιθο, σπινέλιο και ασβεστίτη.
Ανευρίσκεται σε πολλά σημεία του κόσμου. Εμφανίσεις του με μεγάλους κρυστάλλους υπάρχουν στην Καμπανία (Monte Somma και Βεζούβιος), στο Λάτιο (περιοχή Ariccia), στη Val di Fassa του Τρεντίνο στην Άνω Αδίγη (Alto Adige) και το Πιεμόντε της Ιταλίας, στην Ελβετία (Valais), τη Γερμανία, τη Νορβηγία, τα Ουράλια όρη και τη Γιακούτια στη Ρωσία, το Μεξικό και τον Καναδά (Mont Saint-Hilaire, Κεμπέκ).
Στην Ελλάδα ανευρίσκεται στην Ελάτεια του Νομού Δράμας και τη Μαρώνεια του Νομού Ροδόπης.